Ο ΚΥΡΙΟΣ ΖΗΣΗΣ ΠΟΥΛΗΣΕ ΤΟ ΨΙΛΙΚΑΤΖΙΔΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΣΕΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ
Από μικρό παιδί μου άρεσε να περπατώ στα σοκάκια της Αθήνας, σε διάφορες γειτονιές και να πιάνω κουβέντα με ανθρώπους που μου μιλούν με τα μάτια τους, με το χαμόγελό τους... κάποιοι άλλοι με τη λύπη τους... Μου αρέσει το ρεπορτάζ του δρόμου, οι ιστορίες των ανθρώπων που έχουν κάτι να σου δώσουν να σε ωθήσουν στο να δεις ή να σκεφτείς ή ακόμα και να αναθεωρήσεις κάποια πράγματα και καταστάσεις... Γνώρισα τον κύριο Ζήση... η κουβέντα μας με σημάδεψε για μια ζωή...
Ο κύριος Ζήσης ήταν ένας άνθρωπος απλός, εργατικός, από αυτούς που ξυπνούσαν πριν από τον ήλιο για να ανοίξουν το μικρό ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Εκεί μεγάλωσε η οικογένειά του, εκεί μεγάλωσε και ο μοναχογιός του, ο Μάριος. Κι όμως, εκεί όπου κάποτε ακουγόταν γέλιο, ήρθε μια μέρα που το σκοτάδι χτύπησε την πόρτα.
Η ΣΚΛΗΡΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΓΟΝΑΤΙΣΕ
Ο Μάριος, μόλις 23 χρονών τότε, άρχισε να πονάει, να κουράζεται, να χάνει το χρώμα του. Οι γιατροί ήταν ξεκάθαροι: καρκίνος στο συκώτι. Μια λέξη που ράγισε δύο καρδιές. Κι έτσι ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου… πέντε ολόκληρα χρόνια γεμάτα θεραπείες, χημειοθεραπείες, πόνο, λαχτάρα και ελπίδα.
Ο κύριος Ζήσης δεν δίστασε ούτε λεπτό. Πούλησε το ψιλικατζίδικο του. Μετά, όταν τα χρήματα δεν έφταναν, πούλησε και το σπίτι του. «Αρκεί να ζήσει το παιδί μου», έλεγε συνεχώς. Μόνο αυτό τον ένοιαζε.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΕΡΔΗΘΗΚΕ
Παρά τα πάντα, ο Μάριος λύγισε. Στα 25 του χρόνια, έφυγε. Έφυγε ύστερα από χρόνια πόνου, κόπωσης και αμέτρητων νοσηλειών. Ο κύριος Ζήσης τον κρατούσε από το χέρι μέχρι την τελευταία στιγμή. Το ίδιο και η μητέρα του, η Ελένη, η οποία δεν άντεξε το βάρος της απώλειας. Πέθανε λίγες εβδομάδες μετά τον γιο της, από τη θλίψη που της διέλυσε την καρδιά.
Ο ΠΟΝΟΣ ΕΝΟΣ ΠΑΤΕΡΑ ΠΟΥ ΕΜΕΙΝΕ ΜΟΝΟΣ
Ο κύριος Ζήσης έμεινε με ένα σακίδιο αναμνήσεων και έναν καναπέ σε ένα μικρό νοικιασμένο δωμάτιο. Έχασε το παιδί του, τη γυναίκα του, το σπίτι του, τη δουλειά του. Κι όμως, όταν τον ρωτούν αν μετανιώνει, απαντά πάντα το ίδιο:
«Θα τα έδινα ξανά όλα, και παραπάνω, μόνο για μια μέρα ακόμη με το παιδί μου.»
Η ιστορία του κυρίου Ζήση δεν είναι απλώς μια τραγωδία. Είναι μια υπόμνηση της άπειρης δύναμης της αγάπης. Ότι ο γονιός, όταν χρειαστεί, γίνεται βουνό. Και ότι, όσο άδικη κι αν είναι η ζωή, το μόνο που μένει είναι η αγάπη που δόθηκε χωρίς όρια.
Μερικές ιστορίες δεν γράφονται για να μας κάνουν να λυπηθούμε, αλλά για να θυμηθούμε… πόσο πολύτιμοι είναι οι άνθρωποί μας.

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου