ΜΥΡΙΖΕΙ ΒΑΝΙΛΙΑ ΚΑΙ ΚΑΝΕΛΑ – Η ΒΟΛΤΑ ΣΤΟ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟ ΜΕ ΤΗ ΓΙΑΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΠΟΥ ΘΑ 'ΘΕΛΕΣ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ ΞΑΝΑ
Το μικρό ζαχαροπλαστείο στη γωνία, τα καρό τραπεζομάντιλα, το κουτάλι του γλυκού που σε έκανε να νιώθεις μεγάλος, η μυρωδιά από τσουρέκι και υπομονή, το βλέμμα της γιαγιάς, το γέλιο του παππού.
ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑ ΓΛΥΚΟ. ΗΤΑΝ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑ.
Πρώτα η προετοιμασία:
Η γιαγιά να σου ισιώνει το μανίκι
Ο παππούς να λέει “Πάμε να γλυκαθούμε λιγάκι”
Μετά η είσοδος:
Η καμπανούλα στην πόρτα
Η βιτρίνα με τα “μη τα ακουμπήσεις με το δάχτυλο”
Το γνωστό “Τι θα πάρει το αγοράκι/το κοριτσάκι;” με εκείνο το μειδίαμα που σου έδινε όλη την προσοχή του κόσμου
ΕΚΕΙ ΜΕΣΑ, Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΑΜΑΤΟΥΣΕ
Δεν υπήρχε τηλέφωνο, δεν υπήρχε ρολόι, δεν υπήρχε άγχος.
Υπήρχε απλώς:
Ένα γλυκό κουταλιού
Μια ζεστή καρέκλα
Και δύο άνθρωποι που σε κοιτούσαν λες και ήσουν το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο
ΘΥΜΑΣΑΙ ΠΩΣ ΜΥΡΙΖΕ ΤΟ “ΤΟΤΕ”;
Σαν βανίλια Μαδαγασκάρης
Σαν φρέσκια πάστα φλώρα
Σαν μεράκι που ψηνόταν με υπομονή και μεράκι πίσω από τον πάγκο
ΚΑΙ ΤΩΡΑ;
Ίσως έχεις καιρό να πας σ’ εκείνο το ζαχαροπλαστείο.
Ίσως δεν υπάρχει πια.
Ίσως η γιαγιά και ο παππούς σε προσέχουν από κάπου αλλού.
Αλλά η ανάμνηση υπάρχει. Και είναι αρκετή για να σου γλυκάνει τη μέρα.
ΑΝ ΚΛΕΙΣΕΙΣ ΤΑ ΜΑΤΙΑ, ΙΣΩΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΑΚΟΥΣ ΝΑ ΛΕΝΕ:
“ΠΆΜΕ ΝΑ ΦΆΜΕ ΚΆΤΙ ΓΛΥΚΌ. ΈΤΣΙ, ΧΩΡΊΣ ΛΌΓΟ.”
Και να χαμογελάσεις. Γιατί το πιο γλυκό πράγμα εκείνης της μέρας… δεν ήταν ποτέ το γλυκό.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου